ταλαντογράφος

ταλαντογράφος
Όργανο για τη γραφική ή φωτογραφική αποτύπωση των ταλαντώσεων ηλεκτρικών, μηχανικών ή άλλου τύπου μεγεθών. Ιδιαίτερα απλοί είναι οι μηχανικοί τ., με τους οποίους καταγράφονται οι μηχανικές ταλαντώσεις κατά τον ακόλουθο τρόπο: επί του παλλόμενου σώματος στερεώνεται ένα μικρό κάτοπτρο μικρού βάρους, επί του οποίου προσπίπτει μια φωτεινή ακτίνα· ένα στρεφόμενο πρίσμα, με λείες επιφάνειες, αντανακλά την ακτίνα επάνω σε μια φωτογραφική ταινία, που κινείται με σταθερή ταχύτητα και επί της οποίας αποτυπώνεται η γραφική παράσταση της ταλάντωσης. Οι ηλεκτρομηχανικοί τ. αποτελούνται από δύο παράλληλα σύρματα που αποτελούν κλειστό κύκλωμα (ισοδύναμο μιας σπείρας), το οποίο διαρρέεται από ηλεκτρικό ρεύμα μεταβαλλόμενο σύμφωνα με τον νόμο του εξεταζόμενου φαινομένου. Τα δύο σύρματα, που αποτελούν τη σπείρα, τεντώνονται με την τάση ενός ελατηρίου· με αυτά συνδέεται ένα μικρό ελαφρό κάτοπτρο, επί του οποίου προσπίπτει μια φωτεινή ακτίνα, που αντανακλάται και αποτυπώνεται σε μια κινούμενη με σταθερή ταχύτητα ταινία. Η σπείρα τοποθετείται στον χώρο μεταξύ των πόλων ενός μαγνήτη και οι μεταβολές του ρεύματος σε αυτήν προκαλούν στο κάτοπτρο ταλαντώσεις, που ακολουθούν ακριβώς τις μεταβολές του ρεύματος· επιτυγχάνεται έτσι η γραφική αποτύπωση των ταλαντώσεων επί της ταινίας. Τα άλλα καταγραφικά όργανα φαινομένων, συνήθως όχι περιοδικών, τα οποία καταγράφουν μεγέθη συνεχώς μεταβαλλόμενα καλούνται γενικά κυμογράφοι, ενώ ο όρος ταλαντογράφος χρησιμοποιείται για τα ταλαντοσκόπια καθοδικών ακτίνων. Πάνω: μια γραφίδα, προσαρμοσμένη από σκέλος μιας διαπασών, αποτελεί έναν απλό ταλαντογράφο που καταγράφει τις μηχανικές ταλαντώσεις της διαπασών πάνω σε ταινία χαρτιού, που κινείται με γνωστή ταχύτητα. Κάτω: ένα μικρό κάτοπτρο, προσαρμοσμένο στο σκέλος της διαπασών, αντανακλά το φως που προέρχεται από την πηγή Α και το κατευθύνει από φωτογραφικό φιλμ Ρ, που κινείται με γνωστή ταχύτητα, και πάνω στο οποίο καταγράφεται η πορεία του φαινόμενου.
* * *
ο, Ν
ο παλμογράφος, αλλ. ταλαντόμετρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταλαντώνω + -γράφος*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ηλεκτρομηχανικός ταλαντογράφος — Όργανο αυτογραφικής αποτύπωσης ταλαντώσεων. Βλ. λ. ταλαντογράφος· ταλαντοσκόπιο …   Dictionary of Greek

  • ταλαντοσκόπιο — Όργανο για την άμεση παρατήρηση των μηχανικών ή ηλεκτρικών ταλαντώσεων ή άλλων φαινομένων μεταβλητών στον χρόνο. Όταν το όργανο διαθέτει και σύστημα καταγραφής, ονομάζεται ταλαντογράφος. Τα τ. που προορίζονται για την παρατήρηση των μεταβολών… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”